Νοέμβριος 2014: Η τριλογία της Νέας Υόρκης

61ga+UVruXL._SL1280_
Η ψηφοφορία που κάναμε εδώ στο site για το βιβλίο του Νοεμβρίου βρήκε νικητή την Τριλογία της Νέας Υόρκης του Πολ Όστερ.

[Τι διαβάσαμε τον προηγούμενο μήνα; Το παράξενο βιβλιοπωλείο του κυρίου Πενάμπρα του Robin Sloan. Διαβάστε πως μας φάνηκε στα σχόλια του ποστ για τον Οκτώβριο.]

Πράγματα που πρέπει να ξέρετε για το βιβλίο του Νοεμβρίου:
– Αποτελείται από 3 ιστορίες, τη Γυάλινη πόλη, τα Φαντάσματα και Το κλειδωμένο δωμάτιο που εκδόθηκαν το 1985 και το 1986, αλλά από το 1987 κυκλοφορεί μαζεμένο σε ένα βιβλίο με τον τίτλο που είπαμε και παραπάνω. Μπορείτε να το βρείτε στο The Book Depository με €9.78, ενώ κυκλοφορεί και σε ebook.
– Κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο σε μετάφραση της Σταυρούλας Αργυροπούλου και η τιμή του στα περισσότερα βιβλιοπωλεία είναι €14.94.
– Θα το βρείτε στο Goodreads όπου έχει μέση βαθμολογία 3,93/5 και στη biblionet.
– Μπορείτε να διαβάσετε ένα απόσπασμά του στα αγγλικά.
– Η σελίδα του συγγραφέα στο Facebook.

Στα σχόλια αυτού του ποστ συζητάμε μέχρι το τέλος του μήνα το βιβλίο. Όποιος τελειώνει και θέλει να μοιραστεί τις σκέψεις του, με σπόιλερς και απ’ όλα, τον περιμένουμε. Μέχρι τότε, καλή μας ανάγνωση!

25 thoughts on “Νοέμβριος 2014: Η τριλογία της Νέας Υόρκης

  1. 2/5

    Ισως ο μονος λογος που το τελειωσα ηταν γιατι ηταν το βιβλιο του book club. Μου αφησε την εντυπωση οτι ο συγγραφεας μιλαει πολυ αλλα δεν εχει πραγματικα κατι να πει. Η προσωπικη μου αποψη ειναι οτι δεν εχει πραγματικα καποια πλοκη ή ιστορία. Δεν μου αρεσε ιδιαιτερα κανενας ηρωας και μου φανηκαν ενδιαφεροντα μονο ορισμενα κομματια απο την πρωτη και την τριτη ιστορια. Συνολικα, περιμενα συνεχως κατι να γινει μεχρι που τελειωσε και απογοητευτηκα. Κριμα, γιατι εχει γενικα πολυ καλες βαθμολογιες. Ειμαι περιεργη να δω τα σχολια των υπολοιπων που το διαβαζουν.

    Μου αρέσει!

    • 1/5 έβαλα, γιατί δεν έβρισκα κάτι να μου τεκμηριώνει το 2… Το τέλειωσα αφενός λόγω του book club, αφετέρου γιατί τόση Οστερομανία ήθελα να δω πού οφείλεται. Ομολογώ πως δεν κατάλαβα, ίσως πρέπει να διαβάσω και τίποτε άλλο δικό του. Ωστόσο ούτε ο τρόπος γραφής του με συγκίνησε.

      Μου αρέσει!

      • To 2 το εβαλα γιατι υπάρχαν καποια λιγα κομματια που μου αρεσαν (πολυ λιγα). Ουτε εγω κατανοω την μανια με τον συγκεκριμενο συγγραφεα. Δεν νομιζω οτι θα διαβασω κατι αλλο δικο του. Δεν με πειραζει ιδιαιτερα η γραφη του, οσο η ελλειψη πλοκης και το πολυ μπλα μπλα για το τιποτα. Ωραια η φιλοσοφια αλλα να εχει και ενα νοημα. Να μην φιλοσοφουμε μονο και μονο για να δειχνουμε ποσο βαθος εχουμε και τι σκεπτομενοι ανθρωποι ειμαστε, γιατι απο ενα σημειο και μετα γινομαστε λιγο ψευτοκουλτουριαρηδες…

        Μου αρέσει!

    • και πλοκή έχει, και ιστορία έχει και πράγματα γίνονται. απλά είσαι συνηθισμένη σε άλλου είδους ιστορίες και δε σε ικανοποίησαν όλα αυτά. δεν πειράζει, και μένα μου έχει συμβεί

      Μου αρέσει!

    • Η δικη μου αποψη ειναι οτι αμα βγαλεις ολες τις φιλοσοφιες και τις περιγραφες το story που θα μεινει θα ειναι ελαχιστο. Η πλοκη ηταν υποτυπωδης. Ναι εχεις δικιο δεν μου αρεσουν αυτες οι ιστοριες και το ειδος λογοτεχνιας που εκπροσωπει ο συγκεκριμενος. Σε ολους μας εχει τυχει. Ολοι εχουν ειδη που λατρευουν και ειδη που δεν θελουν να βλεπουν. Δυστυχως για μενα αυτο ανηκει στο δευτερο. Δεν πειραζει παμε στο επομενο.

      Μου αρέσει!

  2. Η οντότητα των ηρώων αποκτά υπόσταση μέσα από την επινόηση τους από κάποιον από τους πρωταγωνιστές της Γυαλινης Πόλης. Το όλο εγχείρημα-επινόηση δικαιολογείται από τον Δον Κιχώτη του Θερβάντες και τους μεσάζοντες στη συγγραφή του. Ετσι και ο ίδιος ο Πωλ Ωστερ δεν μπορεί παρά να εμπλακεί αυτοπροσώπως στην ιστορία, αν και από κάποια απόσταση. Στην ουσία ο Ωστερ επιχειρεί να εξηγήσει τον τρόπο γένεσης όχι Απλα μιας μυθοπλαστικης αφήγησης, αλλά των ηρώων της. Κι αν ο δημιουργός τους δε στερξει, Απλα αυτοί θα εξαφανιστούν.

    Μου αρέσει!

  3. Το άλλο ενδιαφέρον στη Γυάλινη Πόλη ειναι οι προοικονομιες του τέλους. Π.χ. όταν η άγνωστη αναγνώστρια του έργου του Κουιν μαρτυράει το τέλος της ιστορίας ή όταν το όνειρο του Κουιν προεξοφλεί πώς θα καταντήσει. Οκ. Ασχέτως αν μας αρέσει ή όχι η ιστορία, είναι τουλάχιστον ευφυής ο τρόπος που τη στήνει, ενώ το πώς διαπλέκονται ηρωες, ιστοριες και πραγματικότητα σε ένα ποιητικό παρόν εντυπωσιάζει.

    Μου αρέσει!

  4. Αχ παιδιά με ζορίζει πολύ. Είμαι στο 15% ακόμα (εκεί με τον πύργο της Βαβέλ, wtf) και βαριέμαι ΑΦΟΡΗΤΑ. Πείτε μου ότι γίνεται γαμάτο μετά.

    Μου αρέσει!

    • Θα σε απογητευσω αλλα οχι. Ολο ειναι στο ιδιο στυλ και δεν γινεται τιποτα συγκλονιστικο σε κανενα σημειο του.

      Μου αρέσει!

      • Κανε την καρδια σου πετρα και ολοκληρωσε το ή άφησε το. Δεν υπάρχει λόγος να αγχωνεσαι για ενα βιβλιο. Δεν ταιριαζουν ολα τα βιβλια σε ολους τους αναγνωστες δυστυχως. Εγω προσωπικα το αντιπαθησα αυτο το βιβλιο, αλλα αλλοι εχουν βαλει 5 αστερια. Θεμα γουστου ειναι ολα.

        Μου αρέσει!

    • Είναι βιβλίο που το αγαπώ πολύ αλλά καταλαβαίνω ότι μπορεί να σε ζορίζει. Μην καταπιέζεσαι και άστο αν δεν σου αρέσει, συνεχίζει όλο στο ίδιο στυλ και δεν είναι βιβλίο που βασίζεται στην πλοκή, δεν θα σε ικανοποιήσει με αυτό τον τρόπο. Υπάρχουν τόσα βιβλία εκεί έξω πιο ωραία, είναι κρίμα να χαλιέσαι και να κουράζεσαι. Με το διάβασμα καταπιανόμαστε για να περνάμε καλά 🙂

      Μου αρέσει!

  5. Με αυτό το βιβλίο γνώρισα κι αγάπησα τον Paul Auster— ακριβώς όπως λέει και
    μια φίλη παρακάτω. Δεν μπορώ να προσδιορίσω για ποιο λόγο ακριβώς, αλλά ας
    διευκρινίσω ότι ήμουν θετικά προδιατεθειμένη ως προς τον συγγραφέα xωρίς να έxω διαβάσει κάτι ή να ακούω κριτικές άλλων [διαστροφούλα]. Τώρα, όμως, σκοπεύω να συνεxίσω διαβάzοντας και τα υπόλοιπα έργα του.

    Τεxνικά το είxα στη βιβλιόλίστα μου καιρό και φυσικά το ψήφισα. Ο βαθμός που θα του βάλω είναι 4/5. Απέxει ένα βαθμό από την τελειότητα, εƶαιτίας του Locked Room, το οποίο ναι μεν βρήκα καλογραμμένο, αλλά δε μου άρεσε όσο οι άλλες δυο ιστορίες και ήταν η μοναδική που είxε αποσπάσματα που ειλικρινά μου την «έσπασαν».

    Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρxή. [σεντονάκιμεσπόιλερς]

    Η πρώτη νουβέλα— το City of Glass— με ενθουσίασε. Τον ενθουσιασμό μου αποδίδω στο ότι μ’ αρέσουν οι ιστορίες αυτού του τύπου, οι μυστηριοντεντεκτιβίστικες xωρίς συγκεκριμένο τέλος, εν ολίγοις, μου άρεσε η ατμόσφαιρα που δημιουργείται από την πρώτη πρώτη πρόταση και θεωρώ ότι εκεί που ο Quinn τα xάνει και μένει στους δρόμους, η ιστορία απογειώθηκε. Με ƶίνισε
    λίγο το ότι αναφέρεται στον Ηρόδοτο αποκαλώντας τον αναƶιόπιστο xρονικογράφο, αλλά εντάƶει, δεν θα του το κρατάω και μανιάτικο του Auster.
    Φυσικά μου άρεσαν το hint στο ψευδόνυμο με το οποίο γράφει ο Quinn, το William Wilson, εμπνευσμένο από διήγημα του Poe, οι αναφορές [σκόρπιεςδώθεκείθε] στον Dupin του EAP, όπως κι εκείνες στον Humpty Dumpty, του Lewis Carroll και τον Δον Κιxώτη, του Θερβάντες.
    Ακόμη και το καθημερινό κυνηγητό του γερό Stillman, που μόνο still δεν ήταν, το αδιάκοπο πήγαινέλα, αν και η περιγραφή ήταν μεγάλη και λεπτομερέστατη, κατάφερε να κρατήσει το ενδιαφέρον μου αμείωτο και δε με κούρασε.

    Η δεύτερη— το Ghosts—παραδέxομαι ότι μου φάνηκε κάπως παράƶενη ειδικά προς το τέλος, αλλά, ρε παιδιά, μ’ άρεσε, μ’ άρεσε πολύ. Γύριzαν οι σελίδες κι έβλεπες ονόματα xρώματα— White, Blue, Brown, Black, Red, Grey, Gold, Green, Orange Street. Είναι βέβαια κάτι προφανές κι ίσως σας μοιάzει απλοϊκό, όμως το βρήκα ευφάνταστο.
    Μου άρεσε ο τρόπος σκέψης του Blue· το γεγονός πως αρxίzει και πλέκει σενάρια στο μυαλό του, από την πρώτη στιγμή, για το τι μπορεί να συμβαίνει στην υπόθεση που έxει αναλάβει. Το κάνω αυτό μέσα στο κεφάλι μου, για να μην πω όλη την ώρα, ας πω αρκετά συxνά.
    Με έπιασε και με κράτησε μέxρι το τέλος, ήταν κάτι που δεν μπορώ ακριβώς να σου εƶηγήσω, αλλά είxε αυτό το κάτι. Οι προσπάθειες του Blue να προσεγγίσει τον Black, οι διάλογοί ανάμεσά τους, η παρακολούθηση. Οι ρόλοι εναλλάσσονται, σαν να είναι ο ένας αντανάκλαση του άλλου, σαν τελικά ο κυνηγός να γίνεται το θήραμα. Κι έρχεται το τέλος που τ’ αφήνει όλα στη φαντασία του αναγνώστη. Άλλο ένα τέλος του γούστου μου, ψέματα δεν μπορώ να πω.

    Στην τρίτη ιστορία— The Locked Room— νομίzω ότι κάτι στράβωσε. Ορίστε, είμαι αντικειμενική. Θα άλλαzα αρκετά πράγματα, αν μπορούσα να την πειράƶω. Τη βρήκα λίγο xλιαρή, κάποια γεγονότα δε μου άρεσαν— το λιγότερο, σαν παράδειγμα, εƶαφανίzεται ο παιδικός σου φίλος ο οποίος σου έxει φερθεί με τον καλύτερο τρόπο, ενώ εσύ τόσο xρόνια έxεις «ψοφήσει» από τη zήλια για ό,τι κάνει, επειδή αυτός είναι στο επίκεντρο κι εσύ όxι και ενώ σου έxει αφήσει κάτι σημαντικό να κάνεις, εσύ κοιτάς να του φας τη γυναίκα και να υιοθετήσεις το παιδί του. Λίγο μίzερο, κατάπτυστο και ψιλοβλακούλη τον βρήκα τον πρωταγωνιστή, λίγο αγκιστρωμένο στη zωή κάποιου άλλου· τέλος πάντων έτσι τον είδα εγώ. Σα να δικαιολογεί αυτή η ιστορία την πτώση του ατόμου της πρώτης νουβέλας. Επιπλέον, είxε μια νότα κοινωνικόαισθηματικού περιεxομένου και ανθρωπίνων σxέσεων παραπάνω από όση μπορώ να αντέƶω. Μόνο τον Fanshawe συμπάθησα που παρουσιάzεται κι εκείνος λίγο ψυxάκι με την όλη συμπεριφορά.

    [/σεντονάκιμεσπόιλερς]

    Γενικά, πιστεύω πως ο συγγραφέας, σκιαγραφεί αρκετά καλά τον ήρωα του κάθε βιβλίου του, τι σκέφτεται, πως σκοπεύει να ενεργήσει, περιγράφει τα πάντα με ακραίες λεπτομέρειες ακριβείας από την ατμόσφαιρα μέxρι την επίπλωση ενός τυxαίου διαμερίσματος. Ένιωσα τους xαρακτήρες πραγματικούς ανθρώπους—αυτούς που συμπάθησα, όπως τον Fanshawe, και εκείνους που συμπόνεσα, όπως τον Quinn, ακόμη κι εκείνον που αντιπάθησα, τον ανώνυμο τύπο του τρίτου βιβλίου που συστήνεται και ως Herman Melville— κι άλλο παιxνίδι με ονόματα. Ήταν σαν να τους έxεις μπροστά σου την ώρα που διαβάzεις, αληθινούς ανθρώπους, ολόκληρους με τις σκέψεις και τα ελαττώματά τους.

    Στην τελική, ο Auster, με τον τρόπο γραφής του κι έτσι όπως παίzει με τις ιστορίες στα τρία βιβλία του, αφού στο καθένα υπάρxoυν υπονοούμενα όπως το κόκκινο σημειωματάριο και αναφορές για τα ίδια πρόσωπα, από τη μία ιστορία στην άλλη, με κέρδισε. Ο τρόπος που τελειώνει και τις τρεις ιστορίες. Το μυστήριο που αφήνει την απορία για το τι γίνεται μετά.

    Βλέπω τα σxόλια των υπολοίπων φίλων από τα δικά μου να απέxουν παρασάγγας και με τον εαυτό μου να το παρουσιάzει με έναν τόσο παιδικό ενθουσιασμό, όμως προσωπικά το xάρηκα
    αυτό το βιβλίο. Δεν ƶέρω, τι να πω, παιδιά… «My mind is not all it should be».

    Μου αρέσει!

  6. Φαντάσματα. Ο ένας ήρωας καθρέφτης του αλλού. Η απόλυτη ταύτιση τους. Μόνο αν σκοτώσει το alter ego μπορεί να ελευθερωθεί. Ένα ακόμα υπαρξιακό ατμοσφαιρικο μυθιστόρημα με αφορμή αυτή τη φορά τη διασκευή μιας ιδέας του Χοθορν. Η αστυνομική ατμόσφαιρα ενος φιλμ νουάρ ειναι το πρόσχημα για την προσωπική αναζήτηση του Ωστερ, που υποδύεται με την ίδια ευκολία τον ήρωα με τα δύο πρόσωπα Μπλακ-Γουαιτ χωμένος στην ασφάλεια του Μπλου. Μόνο υποδυομενοιτην ταυτότητα ενος αλλου οι ήρωες του μπορούν να έρθουν σε επαφή τόσο με τον κόσμο γύρω τους, όσο και με τον εαυτό τους.

    Μου αρέσει!

  7. Φαντασμάτων συνέχεια. Η άλλη ιδεα πάνω στην οποία χτίζει ο συγγραφέας την ιστορια του ειναι η έννοια του εγκιβωτισμου των ηρώων , όπως την αντιλαμβάνεται ο Μπλου διαβάζοντας τον Ουολντεν. Α, και ναι του αρέσει του κυρίου Ωστερ να γίνεται ο ίδιος σποιλερ.40 σελίδες πριν το τέλος -στη σελ. 227- στην αναφορά του ο ΜΠΛΟΥ προδιαγράφει το τέλος του Μπλακ.

    Μου αρέσει!

  8. Το διάβασα πριν λίγο καιρό, με αφορμή ένα άλλο bookclub – είχα διαβάσει και τα 2 πρώτα βιβλία του, μεμονωμένα, αλλά είπα να του δώσω ακόμα μια ευκαιρία. Το πήρα απόφαση: απλά, δεν είναι «για μένα» ο Όστερ, δεν μπορεί να «μας πάνε» όλοι οι συγγραφείς. Αναγνωρίζω την εξαιρετική γραφή του, αλλά ως εκεί. Διάβασα και τον «Αόρατο», μπας και, αλλά το συμπέρασμα το ίδιο. 2,5 αστεράκια, έβαλα τρία στο goodreads.

    Μου αρέσει!

  9. Το κλειδωμένο δωμάτιο. Εν συντομία. Διαβάζεται μονορούφι. Οι ήρωες των άλλων ιστοριων και οι ιστορίες δικαιολογούν την υπαρξη τους από το ρόλο τους στην τρίτη νουβέλα της τριλογίας. Η τέχνη του παράδοξου. Μ’ άρεσε η τρίτη ιστορία. Easy reading.

    Μου αρέσει!

  10. λοιπόν, δεν είμαι σίγουρος τι να γράψω για το βιβλίο. βλέπω στους περισσότερους από εσάς δεν άρεσε και καταλαβαίνω γιατί. είναι τόσο μεγάλο το κόλλημά μας με την «πλοκή» που οποιοδήποτε έργο της λογοτεχνίας ή του κινηματογράφου δε χωράει στο στενό πλαίσιο του «αρχή-μέση-τέλος» και μοιάζει να υπηρετεί μόνο τους κανόνες του δικού του σουρεαλισμού, συνηθίζουμε να το πετάμε στην άκρη

    ο Ώστερ κάνει κάτι φανταστικό εδώ: μιλάει για τον τρόπο που λέμε ιστορίες μέσα από μια απολύτως ωμή και προσωπική ιστοριογραφία. οι λέξεις του είναι πραγματικά ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ ΤΟΥ, χωρίς κανένα φίλτρο συγγραφικής μανιέρας και ακολουθίας. και πως το πετυχαίνει αυτό; τηρώντας φαινομενικά όλες αυτές ακριβώς τις συγγραφικές μανιέρες και ακολουθίες τις οποίες έχει πλήρως αποτινάξει από πάνω του

    όλοι οι χαρακτήρες του είναι ο συγγραφέας κι όλοι του οι χαρακτήρες, δηλαδή ο συγγραφέας, είναι όντα που εξελίσσονται διαρκώς, που ψάχνουν, όπως ο μπαμπάς Stillman που γυρνάει γύρω γύρω τους δρόμους της Νέας Υόρκης, ένα pattern στον κόσμο τους. το κόκκινο σημειωματάριο είναι το βαρίδιο, η συνεχής υπενθύμιση όλων να μείνουν πιστοί στους πραγματικούς εαυτούς τους, η συνεχής υπενθύμιση του ίδιου τις συγγραφέα να μείνει πιστός στις δικές του λέξεις, πιστός στον εαυτό του, πιστός στην ξεχωριστή θέση των χαρακτήρων του στους φανταστικούς, πλασμένους από τον ίδιο, κόσμους τους

    το pattern φυσικά, που ψάχνουν χαρακτήρες αλλά κι όλοι μας, δεν υπάρχει, γιατί, ας σοβαρευτούμε, that’s life και το μόνο που έχουμε είναι ο εαυτός μας. κι άρα μήπως εμείς είμαστε οι χαρακτήρες του βιβλίου; μήπως εμείς γράφουμε συνέχεια σε ένα κόκκινο σημειωματάριο για να μας θυμίζει ποιοι είμαστε και ποιοι θέλουμε να είμαστε;

    κι αν, ίσως, προσποιηθούμε πως είμαστε άλλοι από αυτούς που είμαστε, αν κι ο ίδιος ο συγγραφέας μπει βαθιά μέσα στο μυαλό των ίδιων των χαρακτήρων του, μήπως κι εμείς κι αυτός δεν είμαστε πραγματικά χαμένοι;

    υπάρχουν κομμάτια τα οποία είναι σίγουρα από τα καλύτερα που έχω διαβάσει ποτέ, όπως ο μονόλογος του γιου Peter Stillman και η αναφορά στον Dox Quixote [που να θυμίσω πως έχει δώσει το όνομα ετούτου του σάιτ] και θα μπορούσα να γράφω αρκετή ώρα ακόμη για το βιβλίο, δεν έχω πει τίποτα για τις αναφορές του σε βιβλία και συγγραφείς ε, αλλά ας μην το παρακάνω

    εγώ του βάζω 4.5 αστεράκια. γιατί; γιατί όχι 5; γιατί βρίσκω λιγάκι πεσιμιστική την κοσμοθεωρία του συγγραφέα. όμως γενικά, δεν υπάρχει αντικειμενικότητα σε αυτά τα πράγματα, καθένας βλέπει τον εαυτό του και τους άλλους με διαφορετικό μάτι. απλά, να, σε σχέση με μένα λέω, που βλέπω την πραγματικότητα κάπως αλλιώς. ναι, pattern στις ζωές μας δεν υπάρχει αλλά αυτό είναι οκ και αυτή είναι η ομορφιά της ζωής. και καμιά φορά, το κόκκινο σημειωματάριό μας είναι ωραίο να το δανείζουμε σε άλλους

    Μου αρέσει!

    • Αν κατα τη διάρκεια της ανάγνωσης πάψεις να σπας το κεφάλι σου πως συνδέονται τα πρόσωπα μεταξύ τους τότε μόνο το απολαμβάνεις.Δυνατή γραφή ωραίο στόρυ αλλά περίμενα κ γω να ναι πολύ πιο wow

      Μου αρέσει!

  11. Το βιβλίο αυτό έτυχε να το διαβάσω μόλις κυκλοφόρησε από το Μεταίχμιο, έχει περάσει δλδ λίγος καιρός, και είναι το δεύτερο του Ώστερ, που διάβασα, μετά τον Αόρατο. Είναι ένας συγγραφέας, με τελείως δικό του ύφος και θεματολογία, χωρίς όμως να το προσπαθεί και ιδιαίτερα να διαμορφώσει συγκεκριμένο, αναγνωρίσιμο τρόπο γραφής. Κι αυτή είναι η μαγεία του. Γράφει μάλλον, ό,τι του αρέσει, όπως του αρέσει, χωρίς να δείχνει σε καμία φράση στα βιβλία του ότι επιδιώκει την καταξίωση. Περίπου σαν να κρατά ημερολόγιο, πλάθωντας ιστορίες.
    Το βιβλίο δεν μου ταιριάζει πολύ, μάλλον ούτε ο Ώστερ, αν και θα ‘θελα να διαβάσω κι άλλα έργα του για να διαμορφώσω άποψη, μόνο και μόνο λόγω του έντονου συμβολισμού του. Κατά τα άλλα, είναι αξιοθαύμαστη η χρήση των συμβόλων, ένιωσα διαβάζοντας το ότι μεταφέρθηκα σε μια σουρρεαλιστική πραγματικότητα, παραδόξως μινιμαλιστικής αισθητικής, αντίθετα από άλλα έργα που όσο εμπλέκουν το φανταστικό στην πλοκή τους, φορτώνονται με περιττά στοιχεία.
    Απλό, νουάρ κλίμα που αναδεικνύει τέλεια το αφηγηματικό ύφος. Είναι ένα βιβλίο στο οποίο ο συγγραφέας σέβεται απόλυτα και αναδεικνύει όχι την δική του προσωπική λογοτεχνική αξία αλλά τη λογοτεχνία την ίδια.

    Μου αρέσει!

  12. Τελευταίος; και καταϊδρωμένος ας γράψω και εγώ την κριτική
    μου για βιβλίο που με δίχασε.

    Πήρα να διαβάσω το βιβλίο αυτού του μήνα με μεγάλες προσδοκίες στο κάτω -κάτω ο Auster ήταν ένας συγγραφέας που από καιρό ήθελα να διαβάσω. Ξεκίνησα λοιπόν να διαβάζω το μυθιστόρημα
    και ανακάλυψα ότι τελικά δεν είναι μυθιστόρημα – θα γίνω λίγο φιλόλογος ‘’Μυθιστόρημα είναι το πεζογράφημα, που έχει δημιουργηθεί καθ’ ολοκληρία από τη φαντασία, στο οποίο οι χαρακτήρες αλληλεπιδρούν μεταξύ τους σε προκαθορισμένη διάταξη, που ορίζει ο δημιουργός του. Το μυθιστόρημα πρέπει να είναι αξιόλογου μεγέθους και οπωσδήποτε να μην είναι μικρότερο των 50.000 λέξεων και το λιγότερο 300 σελίδες, το οποίο εκτυλίσσεται γύρω από μία συγκεκριμένη ιστορία,την οποία αναπτύσσει σταδιακά ο συγγραφέας. Η πλοκή είναι συνήθως υποθετική με
    κάποια πραγματικά στοιχεία μέσα της‘’. Δυστυχώς βρέθηκα μπροστά σε τρεις νουβέλες, αλλά δεν θα με πείραζε αν ήταν τρεις καλές νουβέλες.

    Η πρώτη ξεκινά ως noir και μάλιστα πολύ ωραίο noir και μετά κάνει ένα twist και αλλάζει ύφος μεταμορφώνοντας το αγαπημένο μου noir σε υπαρξιακό μυθιστόρημα, εκεί σκέφτηκα να το παρατήσω αλλά με συνεπήρε, η γραφή του, είχα πάρα πολύ καιρό να πιάσω το λαχανί μαρκαδοράκι μου και να υπογραμμίσω ολόκληρα κομμάτια από βιβλίο. Ύφος καταπληκτικό, ρέων λόγος που σε τραβάει από τα μαλλιά και σε βάζει μέσα, αλλά με το τέλος της νουβέλας έχεις μια αίσθηση ανολοκλήρωτου μέσα σου. Έχω διαβάσει μεταμοντέρνους συγγραφείς κι από τον
    Ναμπόκοφ τον Γκομπρόβιτς και τον Μπόρχες πέρασα στους Πίντσον και Φόουλς μετά ήρθε η σειρά των Άτγουντ, Καλβίνο, Έκο κανένας τους όμως δεν μου άφησε κενό μέσα μου όταν έκλεισα το βιβλίο τους.

    Η δεύτερη νουβέλα ήταν κάτι μεταξύ Μπέκετ και Κάφκα πράγμα που έκανε τα πράγματα πολύ δύσκολα για μένα μια και δεν χωνεύω κανέναν από τους δύο, ιδιοφυείς αλλά αχώνευτοι. Τα ονόματα δε, μου θύμιζαν το Reservoir Dogs του Ταραντίνο που ναι μεν έπονται μιας δεκαετίας του βιβλίου αλλά εγώ έχοντας τα δει πρώτα όλη την ώρα αυτούς έφερνα στο μυαλό μου καμία σχέση βέβαια η ταινία με την νουβέλα, η οποία παρεμπιπτόντως είναι και η πιο αδύνατη δραματουργικά του βιβλίου.

    Η Τρίτη νουβέλα ξεκινά με μεγάλες προσδοκίες, περιμένω ότι σε αυτή ο συγγραφέας θα ενώσει όλα τα στοιχεία που μου έχει δώσει πριν για να φτάσει σε μια κορύφωση όπου όλα θα βγάζουν
    κάποιο νόημα. Η νουβέλα είναι εξαιρετικά γραμμένη, ύφος, χαρακτήρες, ψυχολογία όλα είναι εκεί ακόμα και κάποια ίχνη των προηγούμενων νουβελών όμως δεν καταλήγουν πουθενά και δεν εννοώ να έχει η ιστορία ένα συγκεκριμένο τέλος, ποιος νοιάζεται για το τέλος στο κάτω – κάτω,
    αλλά ρε φίλε είπες- είπες αλλά τίποτα δεν είπες. Δείγμα ίσως απειρίας μια και είναι το δεύτερο βιβλίο του. Θα διαβάσω σίγουρα άλλο ένα βιβλίο του, έργο ωριμότητας αυτή την φορά, για να καταλήξω για αυτόν τον συγγραφέα. Αυτό το βιβλίο όμως μου φάνηκε σαν κατασπατάληση ταλέντου πράγμα που το θεωρώ ασυγχώρητο.

    2,5/5

    ΥΣ: Οι περιγραφές της Νέας Υόρκης σαν πόλης και σαν αίσθησης είναι από τις καλύτερες που έχω διαβάσει.

    Μου αρέσει!

Αφήστε απάντηση στον/στην Sugarenia Ακύρωση απάντησης

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.